Σύντομη επισκόπηση Ιστορίας της Δυτικοευρωπαϊκής Μουσικής

Με τον όρο κλασική μουσική προσδιορίζουμε με μια ευρύτερη έννοια την έντεχνη ευρωπαϊκή μουσική από τον Μεσαίωνα και εξής. Η ιστορία της Ευρωπαϊκής έντεχνης μουσικής έχει την αφετηρία της στην εκκλησιαστική μουσική στον 4ο αιώνα μ.Χ. με βαθιές όμως ρίζες στην θρησκευτική μουσική των ανατολικών εκκλησιών και κατ’ επέκταση στην μουσική τόσο της αρχαίας Ελλάδας και άλλων αρχαίων μουσικών πολιτισμών. Οι μονοφωνικοί Ύμνοι και οι Ψαλμοί της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αποτελούν ένα αποφασιστικής σημασίας αντικείμενο για την μετεξέλιξη της δυτικοευρωπαϊκής μουσικής.
Και ενώ η θρησκευτική μουσική εμπλουτίζεται σταδιακά με καινούργια στοιχεία, τον 11ο αιώνα εμφανίζεται στη Γαλλία η μουσική των Τροβαδούρων, μια πιο εκλεπτυσμένη και πιο προσωπική μουσική δημιουργία στον χώρο της κοσμικής μουσικής, η οποία μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή περιοριζόταν στο χώρο της λαϊκής-χορευτικής μουσικής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η έντεχνη μουσική δημιουργία απέκτησε δύο πόλους οι οποίοι ακολούθησαν μια πορεία παράλληλης εξέλιξης, αυτόν της θρησκευτικής και της κοσμικής έντεχνης μουσικής.
Ήδη από τον 9ο αιώνα γίνονται προσπάθειες μετάβασης από την μονοφωνία των ύμνων και των ψαλμών του Γρηγοριανού Μέλους σε ένα πρώιμο στάδιο πολυφωνίας, με την προσθήκη παράλληλων φωνών. Το κομβικό αυτό σημείο οδήγησε στο αποκορύφωμα της πολυφωνικής μεσαιωνικής μουσικής του 14ου αιώνα, περίοδος κατά την οποία καλλιεργήθηκαν μουσικά είδη όπως η Λειτουργία, το Μοτέτο και το Μαδριγάλι, με κορυφαίους εκπροσώπους συνθέτες όπως ο Philippe de Vitry και ο Guillaume de Machaut.
Κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης (15ος-16ος αιώνας) παρατηρείται αλματώδης εξέλιξη σε ό,τι αφορά τις συνθετικές τεχνικές. Η πολυφωνία και οι αντιστικτικές μέθοδοι εμπλουτίζονται συνεχώς και τα μουσικά είδη του μεσαίωνα παίρνουν άλλη πνοή. Η Αναγέννηση χαρακτηρίζεται ως η περίοδος της γαλλο-φλαμανδικής πολυφωνίας, λόγω της καταγωγής των σημαντικότερων συνθετών της εποχής (G. Dufay, J. Ockeghem, J. Desprez κ.α.) Η ώριμη αναγέννηση (16ος αιώνας) σηματοδοτεί το αποκορύφωμα της χορωδιακής πολυφωνίας η οποία βρίσκει την τελειότερη έκφρασή της στα έργα συνθετών όπως ο Giovanni Pierluigi da Palestrina και ο Orlando di Lasso.
Στο μεταίχμιο μεταξύ Αναγέννησης και Μπαρόκ (1600), γράφονται οι πρώτες όπερες με σημαντικότερη τον Ορφέα (1607) του Claudio Monteverdi. Η περίοδος Μπαρόκ (1600-1750) χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση νέων μουσικών ειδών και μορφών, όπως το concerto grosso (concerto με πολλούς σολίστες) , το σόλο κοντσέρτο, η σουΐτα, η φούγκα κ.α. σε συνδυασμό με την εξέλιξη του αρμονικού αισθήματος, την εγκατάλειψη των εκκλησιαστικών τρόπων (κλιμάκων) και την παγίωση του Τονικού Μουσικού Συστήματος (Μείζων και Ελάσσων τρόπος), και τη συνύπαρξη πλέον πολυφωνίας και ομοφωνίας. Οι τρείς μπαρόκ συνθέτες που άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στην ιστορία της μουσικής είναι –κατά χρονολογική σειρά- ο Antonio Vivaldi (1669-1741), o Johann Sebastian Bach (1685-1750) και ο Georg Friedrich Handel (1685-1759).
Η μετάβαση από την εποχή Μπαρόκ στον Κλασικισμό (1750~1827) γίνεται σταδιακά, όμως οι στυλιστικές διαφορές είναι εμφανείς σε πολλά επίπεδα. Η ομοφωνία επικρατεί ως μουσική υφή, η μελωδία γίνεται σαφέστερη και το συνθετικό ύφος εκλεπτύνεται. Η κυρίαρχη μουσική φόρμα είναι πλέον η φόρμα σονάτα ενώ μουσικά είδη όπως η Συμφωνία και το Κοντσέρτο βρίσκονται σε μία διαρκή εξελικτική πορεία. Ο όρος ‘κλασικό’ αναφέρεται στην έννοια του προτύπου, του υποδειγματικού και του διαχρονικού έργου το οποίο προάγει τα στοιχεία της συμμετρίας και της αρμονίας. Η Κλασική εποχή στη μουσική ουσιαστικά ταυτίζεται με το έργο των τριών μεγάλων συνθετών, Joseph Haydn (1732-1809), Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791) και Ludwig van Beethoven (1770-1827).
Ο 19ος αιώνας είναι γνωστός και ως ο αιώνας του Ρομαντισμού και ουσιαστικά είναι η αδιάρρηκτη συνέχεια της κλασικής εποχής τόσο σε επίπεδο μουσικών μορφών όσο και σε επίπεδο διευρυμένης και συνεχόμενης αρμονικής σκέψης. Η μελωδία έχει κυρίαρχο ρόλο και υπερτονίζεται από ένα πιο περίπλοκο αρμονικό περιβάλλον με έντονη χρωματικότητα. Κατά την περίοδο του Ρομαντισμού ενισχύεται κοινωνικά η φυσιογνωμία του σολίστα-δεξιοτέχνη, η οποία βρίσκει την έκφρασή της και στα πρόσωπα συνθετών όπως ο Franz Liszt και ο Nicollo Paganini. Μερικοί από τους σημαντικότερους συνθέτες του 19ου αιώνα είναι οι: Franz Schubert, Robert Schumann, Frederic Chopin, Hector Berlioz, Johannes Brahms κ.α. Η όπερα ακμάζει και δημιουργούνται δύο πόλοι με σημαντικές διαφοροποιήσεις σε επίπεδο αισθητικής και συνθετικών τεχνικών: αυτός του ιταλικού belcanto και του βερισμού (Gioacchino Rossini, Gaetano Donizetti, Vicenzo Bellini, Giuseppe Verdi, Giacomo Puccini κ.α.) και του γερμανικού ρομαντισμού με τον Richard Wagner. Κατά την τελευταία περίοδο του Ρομαντισμού εμφανίζονται οι λεγόμενες ‘εθνικές μουσικές σχολές’ σε χώρες εκτός του πυρήνα της κεντρικής Ευρώπης, όπως π.χ. στην Ρωσία, στην Τσεχία, την Ισπανία, στην Φιλανδία, αλλά και στην Ελλάδα.
Με την αυγή του 20ού αιώνα παρατηρούνται μεγάλες αλλαγές όχι μόνο στη μουσική αλλά και στην Τέχνη γενικότερα. Όπως και στις εικαστικές τέχνες έτσι και στη μουσική διαφαίνονται διάφορα αισθητικά ρεύματα. Ήδη από το τέλος του 19ου αιώνα έχει κάνει την εμφάνισή του το ρεύμα του Ιμπρεσιονισμού με τον Claude Debussy και το Maurice Ravel και εκείνο του Εξπρεσσιονισμού με κύριο εκπρόσωπο τον Arnold Schoenberg. Ο ίδιος συνθέτης ήταν εκείνος που πέρασε λίγο αργότερα από την Τονικότητα στην Ατονικότητα και θεωρητικοποίησε ένα νέο μουσικό σύστημα, το Δωδεκαφθογγισμό, τον οποίο υιοθέτησαν και οι μαθητές του Alban Berg και Anton Webern. Οι τρείς τους αποτελούν και τον πυρήνα της επονομαζόμενης Δεύτερης Σχολής της Βιέννης. Παράλληλα υπάρχουν και οι τάσεις του νεοκλασικισμού με τον Igor Stravinsky και τον Dmitri Shostakovich και του νεορομαντισμού με ton Richard Strauss. Από το 1950 και εξής παρατηρείται ένας πλουραλισμός συνθετικών προσεγγίσεων με αντι-διαμετρικά αντίθετες αισθητικές καταβολές (Ολικός Σειραϊσμός, Αλεατορισμός, Μινιμαλισμός, κ.α.). Στη σύγχρονη εποχή αυτή η ‘πολυφωνία’ αισθητικών τάσεων εξελίσσεται συνεχώς προς την αναζήτηση της προσωπικής ταυτότητας του κάθε συνθέτη ξεχωριστά.